Παγκόσμια Ημέρα κατά των Εγκεφαλικών Όγκων: Ένας δύσκολος αλλά όχι ανίκητος εχθρός.

Κάθε χρόνο, εδώ και είκοσι και πλέον έτη, η 8η Ιουνίου έχει καθιερωθεί ως παγκόσμια ημέρα αφιερωμένη στον αγώνα κατά των εγκεφαλικών όγκων. Ο σκοπός της ημέρας αυτής είναι αφενός η ευαισθητοποίηση και η ενημέρωση των πολιτών για τους εγκεφαλικούς όγκους, αφετέρου η υπενθύμιση στους ανθρώπους που πάσχουν από αυτή την πάθηση και τους συγγενείς τους ότι δεν είναι μόνοι στον αγώνα τους.

Τύποι όγκων εγκεφάλου, Συμπτώματα και Θεραπεία

Οι όγκοι του εγκεφάλου διακρίνονται σε καλοήθεις και κακοήθεις, ανάλογα με την ικανότητά τους να διηθούν τους παρακείμενους ιστούς και να δημιουργούν μεταστάσεις. Με τη σειρά τους, οι κακοήθεις όγκοι χωρίζονται σε πρωτοπαθείς και δευτεροπαθείς. Οι πρωτοπαθείς όγκοι υψηλής κακοήθειας παρατηρούνται συχνότερα σε άτομα ηλικίας 50-70 ετών ενώ οι όγκοι χαμηλής κακοήθειας εμφανίζονται συχνότερα στα νεαρά άτομα. Στους παράγοντες κινδύνου συγκαταλέγεται η ιονίζουσα ακτινοβολία.

Τα γλοιώματα αποτελούν την πλειοψηφία των πρωτοπαθών κακοήθων όγκων του εγκεφάλου και προέρχονται από τα νευρογλοιακά κύτταρα. Διακρίνονται σε αστροκυττώματα, γλοιοβλαστώματα, ολιγοδενδρογλοιώματα, μεικτά και επενδυμώματα. Η ταξινόμηση τους βασίζεται στη μικροσκοπική απεικόνιση των κυττάρων (grade II – IV), αλλά πλέον και στο μοριακό/γονιδιακό προφίλ του κάθε όγκου, ο οποίος είναι απαραίτητος για την εξατομίκευση της θεραπείας και την καλύτερη αντίληψη για την πρόγνωση του ασθενούς.

Για το λόγο αυτό, ακόμα και σε όγκους όπου λόγω θέσης δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ολική ή υφολική, κρίνεται σκόπιμη η στερεοτακτική ή ανοιχτή βιοψία για λήψη ιστού προς ανάλυση. Τα συχνότερα συμπτώματα που προκαλούν είναι η κεφαλαλγία, οι νευρολογικές βλάβες και οι επιληπτικές κρίσεις. Η διάγνωση τίθεται με την αξονική και τη μαγνητική τομογραφία με χρήση σκιαγραφικού.

Η θεραπεία για όγκους τρίτου και τέταρτου βαθμού είναι η μικροχειρουργική εξαίρεση, σε συνδυασμό με ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία. Για γλοιώματα δεύτερου βαθμού, σε συνεννόηση πάντα με νευροογκολόγο και ακτινοθεραπευτή, ενδέχεται να είναι δυνατή αρχικά η αποφυγή της χειρουργικής αφαίρεσης, αλλά αυτό αποτελεί μια απόφαση που λαμβάνεται ανά περίπτωση (case by case). Η αφαίρεση σε κάθε περίπτωση διενεργείται με τη χρήση νευροπλοήγησης («διεγχειρητικού GPS»), οπότε σε ζωντανό χρόνο να υπάρχει δυνατότητα μέγιστης ακρίβειας σε όλους τους χειρισμούς. Σε πολλές περιπτώσεις, όταν η εξεργασία είναι πολύ κοντά σε κέντρα ομιλίας, κατανόησης ή κίνησης, μπορεί να διενεργηθεί η επέμβαση με τον ασθενή ξύπνιο (awake craniotomy with intraoperative brain mapping), ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή αφαίρεση με ελαχιστοποίηση της επιβάρυνσης των σημαντικών αυτών λειτουργιών.

Οι δευτεροπαθείς (μεταστατικοί) όγκοι αποτελούν σημαντικό ποσοστό των όγκων του εγκεφάλου. Συχνότερη πρωτοπαθής εστία είναι ο πνεύμονας στους άνδρες και ο μαστός στις γυναίκες, αλλά δυνητικά σχεδόν κάθε συστημική κακοήθεια μπορεί να δώσει ενδοκρανιακές μεταστάσεις. Ανάλογα με τον αριθμό, το μέγεθος και την τοπoθεσία των δευτεροπαθών εντοπίσεων, την ιστολογία του πρωτοπαθούς όγκου και τη συστημική του εξάπλωση, και βεβαίως την κλινική εικόνα του ασθενούς, η αντιμετώπιση μπορεί να είναι κατά βάση χειρουργική ή να περιορίζεται σε ακτινοβολία, χημειοθεραπεία ή ακτινοχειρουργική (gamma-knife ή cyber-knife). Συχνά επιλέγεται συνδυασμός θεραπειών.

Τα μηνιγγιώματα αποτελούν τον πιο συνηθισμένο όγκο του εγκεφάλου. Είναι συνηθέστατα καλοήθης όγκος, υπάρχουν όμως και περιπτώσεις περισσότερο επιθετικών άτυπων ή και (σπανιότατα) κακοηθών μηνιγγιωμάτων. Μπορούν να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία, περισσότερο συχνά στις γυναίκες. Αναπτύσσονται αργά και τα συμπτώματα (αυξημένη ενδοκράνια πίεση, νευρολογικές βλάβες, επιληπτικές κρίσεις) εκδηλώνονται συνήθως σταδιακά. Σε πολλές περιπτώσεις που ανακαλύπτονται σαν τυχαίο εύρημα σε απεικονιστικό έλεγχο χωρίς να ασκούν ουσιώδη πιεστικά φαινόμενα στις γύρω δομές, μπορεί να χρειαστεί απλώς παρακολούθηση με μαγνητική τομογραφία. Όταν ο ασθενής είναι συμπτωματικός ή το μηνιγγίωμα μεγάλου μεγέθους, συνιστάται θεραπεία. Αυτή στις περισσότερες περιπτώσεις είναι η χειρουργική αφαίρεση, πάντα με νευροπλοήγηση και με χειρουργικό μικροσκόπιο. Σε περιπτώσεις υπολειμματικού ή ανεγχείρητου (λόγω θέσης ή κλινικής κατάστασης του ασθενούς) όγκου μπορεί να εφαρμοστεί η στερεοτακτική ακτινοθεραπεία (γ-knife, cyber-knife). Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η θεραπεία οδηγεί και σε πλήρη ίαση.

Ένας άλλος καλοήθης όγκος του εγκεφάλου είναι το ακουστικό νευρίνωμα/σβάννωμα, που προσβάλλει το στατικοακουστικό νεύρο το οποίο είναι υπεύθυνο για τη μετάδοση του αισθήματος της ακοής και της ισορροπίας από το εσωτερικό αυτί προς τον εγκέφαλο. Καθώς ο όγκος αναπτύσσεται συνήθως αργά, τα συμπτώματα εξελίσσονται με την ίδια ταχύτητα. Αρχικά, οι ασθενείς μπορεί να αναφέρουν εμβοές ή απώλεια ακοής, ενώ με την αύξηση του μεγέθους του όγκου, ενδέχεται να εμφανίζονται ζάλη και διαταραχές ισορροπίας. Αν το μέγεθος του όγκου μεγαλώσει υπερβολικά, μπορεί να προκληθεί βλάβη στο προσωπικό νεύρο και στις πέριξ δομές του εγκεφάλου, ιδιαίτερα στο στέλεχος. Η έγκαιρη διάγνωση της νόσου είναι πολύ σημαντική. Η ακοομετρία και η τυμπανομετρία χρησιμεύουν στην εκτίμηση της ακοής και της ισορροπίας του ασθενούς. Η τελική διάγνωση και ο εντοπισμός του όγκου γίνεται με τη μαγνητική τομογραφία, η οποία βοηθά και στον προεγχειρητικό σχεδιασμό. Ανάλογα με το μέγεθος του όγκου, συνιστάται είτε ενεργή παρακολούθηση με μαγνητική τομογραφία είτε χειρουργική αφαίρεση ή ακτινοχειρουργική (gamma-knife, cyber-knife). Στην περίπτωση χειρουγικής αφαίρεσης, διενεργείται απαραιτήτως διεγχειρητική νευροπαρακολούθηση από εξειδικευμένο νευροφυσιολόγο.

Το αιμαγγειοβλάστωμα αποτελεί περίπου το 10% των όγκων του οπίσθιου κρανιακού βόθρου και το 1-2% των όγκων του εγκεφάλου. Είναι καλοήθης όγκος και εντοπίζεται συχνότερα στην παρεγκεφαλίδα, το εγκεφαλικό στέλεχος και το νωτιαίο μυελό. Συνήθως εμφανίζεται στην παιδική ηλικία και σε νεαρούς ενήλικες και μπορεί να αποτελεί μέρος της κληρονομικής νόσου Von Hippel-Lindau, που περιλαμβάνει αιμαγγειοβλάστωμα του αμφιβληστροειδούς (20% των περιπτώσεων). Η διάγνωση τίθεται με την αξονική και τη μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, όπου τα αιμαγγειοβλαστώματα μπορεί να είναι κυστικά ή συμπαγή και να προσλαμβάνουν σκιαγραφικό. Η ψηφιακή αγγειογραφία αποτελεί συχνά απαραίτητο διαγνωστικό εργαλείο, καθώς αυτοί οι όγκοι εμφανίζουν σημαντικό βαθμό αγγειοβρίθειας. Η θεραπεία είναι χειρουργική. Λόγω της αγγειοβρίθειάς τους, συχνά διενεργείται προεγχειρητικός εμβολισμός ώστε να μειωθεί η αιμάτωση του όγκου και να καταστεί δυνατή η ολική του αφαίρεση με ελαχιστοποίηση της απώλειας αίματος.

Με την πρόοδο της ιατρικής επιστήμης, τόσο σε επίπεδο χειρουργικών όσο και μη επεμβατικών μεθόδων, οι όγκοι του εγκεφάλου μπορούν σε μεγάλο βαθμό να αντιμετωπιστούν. Η έγκαιρη διάγνωση βέβαια είναι κομβικής σημασίας για να  επιτευχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα. Συμπτώματα όπως έντονες επίμονες κεφαλαλγίες/έμετοι, προβλήματα όρασης που δεν εξηγούνται οφθαλμολογικά, αδυναμία στη μια μεριά του προσώπου ή του σώματος, απώλεια ακοής, αστάθεια στη βάδιση πρέπει να ευαισθητοποιούν ασθενείς αλλά και ιατρούς και να διερευνώνται.