Χρόνιος βήχας: πού οφείλεται και πώς αντιμετωπίζεται

 

Ο βήχας είναι ένα  αντανακλαστικό του αναπνευστικού συστήματος που σκοπό έχει να προστατέψει τους πνεύμονες από ξένα σώματα ή ερεθιστικές ουσίες που προσπαθούν να εισέλθουν στην αναπνευστική οδό. Προκαλείται όταν οι παραπάνω ουσίες ερεθίσουν αισθητικά νεύρα που βρίσκονται στον λάρυγγα, την τραχεία, τους μεγάλους βρόγχους, τον πνεύμονα, αλλά και σε θέσεις εκτός των πνευμόνων όπως ο ρινοφάρυγγας, ο έξω ακουστικός πόρος του αυτιού, ο υπεζωκότας, το περικάρδιο, το διάφραγμα, ο οισοφάγος και ο στόμαχος.

Τον βήχα, με βάση τη διάρκειά του τον χωρίζουμε σε οξύ, όταν διαρκεί από λίγα λεπτά έως λίγες ημέρες (πχ εισρόφηση τροφής , οξείες λοιμώξεις), και σε χρόνιο βήχα που διαρκεί πάνω από 8 εβδομάδες στους ενήλικες και πάνω από 4 εβδομάδες στα παιδιά . Ο χρόνιος βήχας αποτελεί ένα παγκόσμιο πρόβλημα καθώς υπολογίζεται ότι 5-10% του ενήλικου πληθυσμού εμφανίζει χρόνιο βήχα κα είναι πιο συχνός σε άτομα άνω των 60 ετών και κυρίως σε γυναίκες. Ο χρόνιος βήχας έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στον ίδιο τον ασθενή όσο και στον περίγυρό του. Ο ασθενής εμφανίζει δυσκολία στην ομιλία και την άσκηση, διαταραχή του ύπνου και εξάντληση, ενώ σε έντονο βήχα μπορεί να προκληθεί έμετος και απώλεια ούρων. Ταυτόχρονα προκαλεί ανησυχία στον περίγυρο του ασθενή, την οικογένεια ,τους φίλους και συνεργάτες του και σε συνδυασμό με  το άγχος  για κάποιο υποκείμενο σοβαρό νόσημα μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση και εμφάνιση κατάθλιψης.

Aίτια χρόνιου βήχα

Ο χρόνιος βήχας προκαλείται από πολλές καταστάσεις όπως :

  • Η χρήση καπνού
  • Η χρόνια βρογχίτιδα που προκαλεί το κάπνισμα
  • Το αδιάγνωστο ή αρρύθμιστο βρογχικό άσθμα,
  • Οι χρόνιες λοιμώξεις όπως η φυματίωση και οι μυκητίαση.
  • Οι βρογχιεκτασίες που δημιουργούνται από επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις του αναπνευστικού,
  • Τα διάμεσα νοσήματα του αναπνευστικού όπως η πνευμονική ίνωση και η σαρκοείδωση
  • Ο καρκίνος του πνεύμονα που τον σκεφτόμαστε κυρίως αν έχουμε αλλαγή στα χαρακτηριστικά του χρόνιου βήχα σε καπνιστές.

Ο βήχας όμως μπορεί να οφείλεται και σε καταστάσεις εκτός των πνευμόνων. Από τις πιο συχνές είναι:

  • Οι παθήσεις της μύτης, των ιγμορείων (αλλεργική ρινίτιδα, οπισθορινική καταρροή) , του φάρυγγα και του λάρυγγα .
  • Η γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση και η εισρόφηση περιεχομένου του στομάχου. 
  • Οι παθήσεις του υπεζωκότα , όπως η πλευρίτιδα, μπορούν μα ερεθίσουν τα νεύρα που βρίσκονται στον υπεζωκότα και να προκαλέσουν βήχα.
  • Επίσης οι παθήσεις της καρδιάς , όπως η καρδιακή ανεπάρκεια, κατά την οποία ο ασθενής εμφανίζει βήχα κατά την κατάκλιση και τον αναγκάζει να σηκωθεί σε καθιστή θέση,
  • Ενίοτε ο βήχας μπορεί να οφείλεται και σε φάρμακα που ο ασθενής λαμβάνει για άλλο λόγο, όπως κάποια φάρμακα για την αντιμετώπιση της αρτηριακής υπέρτασης. Εμφανίζεται σε ένα 15% περίπου αυτών των ασθενών και είναι ξηρός και επίμονος κυρίως κατά τις νυχτερινές ώρες.
  • Τέλος σε μια ομάδα ασθενών τα αίτια του βήχα θεωρούνται ψυχογενή.

Διαγνωστική προσέγγιση

Το ιστορικό, η κλινική εξέταση και η ακτινογραφία θώρακος είναι βασικά στη διερεύνηση του χρόνιου βήχα. Ένα καλό ιστορικό θα οδηγήσει συνήθως προς τη σωστή κατεύθυνση τη διερεύνηση  της αίτιας του βήχα. Σημεία που μας ενδιαφέρουν είναι ο χρόνος εμφάνισης του βήχα, αν επηρεάζεται από τις εποχές του έτους, αν υπάρχει κάτι που τον προκαλεί ή τον ανακουφίζει, αν ο ασθενής καπνίζει ή εργάζεται σε χώρους με ερεθιστικούς καπνούς σκόνες ή χημικά, εάν πνίγεται κατά την κατάποση, εάν βήχει κατά τη διάρκεια της νύχτας , αν ο βήχας  υποχωρεί στην καθιστή ή όρθια θέση και αν υπάρχουν φλέματα, τι ποσότητας και ποιότητας.

Η ακτινογραφία θώρακος βοηθά να αποκλειστούν βασικές αιτίες βήχα και αποτελεί βασικό βήμα στη διερεύνηση. Η αξονική τομογραφία δεν θεωρείται πάντα απαραίτητη. Είναι όμως αναγκαία εάν έχουμε κάτι παθολογικό στην ακτινογραφία ή όταν υποψιαζόμαστε διάμεσο νόσημα , βρογχιεκτασίες ή κακοήθεια.

Ένα άλλο χρήσιμο εργαλείο είναι η  σπιρομέτρηση που βοηθά στην εντόπιση απόφραξης των αεραγωγών και στη διάκριση βρογχικού άσθματος και Χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας. Εάν υπάρχει έντονη υποψία για αυξημένη βρογχική υπεραντιδραστικότητα που δεν έγινε εμφανής στη σπιρομέτρηση, ο ασθενής μπορεί  να υποβληθεί σε τεστ πρόκλησης με ειδικό φάρμακο (μεταχολίνη ή ισταμίνη).

Η βρογχοσκόπηση μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση ή και θεραπεία σε περιπτώσεις που υπάρχει υποψία για εισρόφιση ξένου σώματος ή κακοήθειας. Έχει όμως κεντρικό ρόλο στη διάγνωση και άλλων παθήσεων όπως οι διάμεσες πνευμονοπάθεις, οι λοιμώξεις, και η σαρκοείδωση που επίσης μπορούν να προκαλέσουν χρόνιο βήχα.

Σημαντικό βήμα είναι και η Ωτορινολαριγγολογική εξέταση για να αποκλειστούν παθήσεις του ανώτερου αναπνευστικού που μπορεί να εκδηλωθούν με χρόνιο βήχα και να εντοπίσει καταστάσεις όπως η οπισθορινική καταρροή ή η γαστροοισοφαγική παλυνδρόμιση. Για την τελευταία σε συγκεκριμένες περιπτώσεις εφαρμόζεται έλεγχος με μανομετρία οισοφάγου.

Θεραπεία

Σε ασθενείς που ο βήχας φαίνεται να εμφανίζει ασθματικά στοιχεία συνίσταται η χρήση για 2-4 εβδομάδες εισπνεόμενων φαρμάκων (κορτικοειδών , μόνα ή σε συνδυασμό με βρογχοδιασταλτικά). Τα αντιόξινα φάρμακα (αναστολείς της αντλίας πρωτονίων , Η2 ανταγωνιστές) φαίνεται να ωφελούν τους ασθενείς με συμπτώματα ή ευρήματα γαστροοισοφαγικής παλινδόμισης . Τα αντιβιοτικά αποτελούν λύση μόνο σε περίπτωση που εντοπιστεί ειδική φλεγμονή (πχ Φυματίωση) ή επιμόλυνση βρογχεκτασιών από συγκεκριμένα μικρόβια. Σε χρόνιο βήχα που δεν ανταποκρίνεται στην αγωγή τα νευροτροποιητικά φάρμακα βοηθούν στο να μειώσουν την ένταση του βήχα και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής. Φάρμακα όπως η μορφίνη μειώνουν  τη βρογχική υπεραντιδραστικότητα , τη συχνότητα και την ένταση του βήχα ενώ τελευταία νέοι παράγοντες δοκιμάζονται για ασθενείς με χρόνιο ανθεκτικό βήχα που δεν ανταποκρίνονται στα ανωτέρω σκευάσματα.