Χολαγγειογραφία με φθορισμό

Η χειρουργική επέμβαση της λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής με ασφάλεια σημαίνει κατά κύριο λόγο την αποφυγή τραυματισμού ενός ανατομικού στοιχείου με μεγάλη σημασία, όπως είναι ο χοληδόχος πόρος (κοινός χοληδόχος πόρος και κοινός ηπατικός πόρος).

Πρόκειται για ένα μικρό σωλήνα, ο οποίος ενώνει το συκώτι (ήπαρ) με το έντερο (δωδεκαδάκτυλο) και μεταφέρει το πράσινο υγρό που αποκαλείται χολή και το οποίο βοηθά στη πέψη των λιπαρών ουσιών. Με αυτόν τον πόρο (σωλήνα) ενώνεται ένας ακόμη μικρότερος πόρος (σωλήνας), ο οποίο ξεκινά από τη χοληδόχο κύστη και ονομάζεται κυστικός πόρος. Άνωθεν του επιπέδου που ενώνεται με το μικρότερο κυστικό πόρο, ο μεγαλύτερος πόρος ονομάζεται κοινός ηπατικός πόρος ενώ κάτωθεν αυτού του σημείου ονομάζεται κοινός χοληδόχος πόρος. Η αναγνώριση της συμβολής του κυστικού πόρου με τον κοινό ηπατικό και τον κοινό χοληδόχο πόρο («κριτική» συμβολή), με σαφήνεια, αποτελεί μία σημαντική δικλείδα ασφαλείας γιατί ο τραυματισμός του χοληδόχου πόρου αντιπροσωπεύει μία καταστροφική επιπλοκή της λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής. Η αναγνωρισμένη συχνότητα αυτής της επιπλοκής σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία είναι περίπου 1 κάθε 250-300 επεμβάσεις λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής. Η πιο συχνή αιτία αυτής της επιπλοκής είναι η μη ακριβής αναγνώριση των ανατομικών στοιχείων που προαναφέρθηκαν. Γιά την ασφαλή αναγνώριση της ανατομίας και συγκεκριμένα της «κριτικής» συμβολής του κυστικού πόρου με τον κοινό ηπατικό και τον κοινό χοληδόχο πόρο με σαφήνεια μπορεί να απαιτηθεί η εκτέλεση χολαγγειογραφίας κατά τη διάρκεια της λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής. Η χολαγγειογραφία αποτελεί μία επεμβατική πράξη, η οποία παραδοσιακά προϋποθέτει τη χρήση σκιαγραφικής ουσίας και ακτινοσκοπικού μηχανήματος.

Μία πρόσφατη μελέτη η οποία δημοσιεύτηκε στο τεύχος Μαῒου 2020 του έγκυρου περιοδικού British Journal of Surgery, χρησιμοποίησε δύο ομάδες ασθενών και συνέκρινε τη παραδοσιακή τεχνική χολαγγειογραφίας με τη χολαγγειογραφία με τη τεχνική φθορισμού με το πράσινο του ινδοκυανίου (fluorescence cholangiography). Η μελέτη κατέδειξε ότι η χολαγγειογραφία με τη τεχνική φθορισμού με το πράσινο του ινδοκυανίου αποτελεί μία ισοδύναμη- μη επεμβατική όμως - τεχνική σε σχέση με τη παραδοσιακή μέθοδο αναφορικά με τη δυνατότητα να απεικονίζει με ακρίβεια την «κριτικής» σημασίας συμβολή του κυστικού με το κοινό χοληδόχο και κοινό ηπατικό πόρο, κατά τη διάρκεια μιας προγραμματισμένης λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής. Αυτό που καθιστά τη μελέτη αυτή ακόμα πιο ενδιαφέρουσα είναι ότι οι ασθενείς που συμπεριλήφθηκαν είχαν νοσήσει από επιπεπλεγμένη χολολιθιασική («πέτρες στη χολή») νόσο, δηλαδή ιστορικό χολολιθίασης και παρουσία μίας παθολογικής κατάστασης όπως: οξείας χολοκυστίτιδας (φλεγμονής της χοληδόχου κύστης, η οποία αντιμετωπίστηκε αρχικώς συντηρητικά), παγκρεατίτιδας (φλεγμονής του παγκρέτος, οφειλόμενη σε χολολιθίαση, χολαγγειῒτιδας (φλεγμονής του χοληδόχου πόρου) ή παρουσία χολολίθων στον χοληδόχο πόρο (οι οποίοι αφαιρέθηκαν όμως πριν τη λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή).

Η χολαγγειογραφία με τη τεχνική φθορισμού με το πράσινο του ινδοκυανίου σε σχέση με τη παραδοσιακή χολαγγειογραφία προσφέρει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα. Είναι μη επεμβατική, πιο γρήγορη και δεν χρειάζεται ακτινοβολία. Παρότι η μελέτη δεν προτείνει τη χρήση αυτής της τεχνικής σε όλες τις επεμβάσεις λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής εντούτοις μπορεί να έχει εφαρμογή σε κάποιες επιλεγμένες και δύσκολες περιπτώσεις, όπως σε ασθενείς με οξεία χολοκυστίτιδα, παίζοντας έτσι ένα σημαντικό ρόλο στην αποφυγή της καταστροφικής επιπλοκής του τραυματισμού του χοληδόχου πόρου.