Φυσική δραστηριότητα, σωματικό βάρος και καρκίνος του μαστού

Ο καρκίνος του μαστού είναι η κακοήθης πάθηση που εμφανίζεται συχνότερα στον γυναικείο πληθυσμό. Ωστόσο δεν αποτελεί τη συχνότερη αιτία θανάτου από κακοήθεια στις γυναίκες, λόγω της προόδου που έχει γίνει τόσο στην έγκαιρη διάγνωση, όσο και στην αντιμετώπισή του.

Καθώς λοιπόν όλο και περισσότερες γυναίκες επιβιώνουν μετά τη μάχη με τον καρκίνο, είναι σημαντικό να εστιάσουμε στην ποιότητα της ζωής και το ευ ζην αυτών των γυναικών. Πολλές μελέτες πλέον δείχνουν ότι στις γυναίκες αυτές, η φυσική δραστηριότητα βελτιώνει την ποιότητα ζωής, περιορίζει το αίσθημα κόπωσης και ελαττώνει την πιθανότητα θανάτου τόσο από τον καρκίνο του μαστού, όσο και από άλλες αιτίες. Αλλά και στις γυναίκες που δεν έχουν νοσήσει υπάρχει σταθερή και ισχυρή συσχέτιση μεταξύ φυσικής δραστηριότητας και ελάττωσης του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού που φθάνει το 10-25%.

Ας δούμε κατ’ αρχάς τι είναι φυσική δραστηριότητα. Είναι κάθε σωματική κίνηση που προκαλείται από σύσπαση των μυών και έχει ως αποτέλεσμα την κατανάλωση ενέργειας. Η φυσική δραστηριότητα είναι κριτικής σημασίας συνιστώσα της ενεργειακής ισορροπίας του οργανισμού. Ο τελευταίος όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει πώς το βάρος, η δίαιτα και η φυσική δραστηριότητα επηρεάζουν την κατάσταση της υγείας, περιλαμβανομένου και του κινδύνου εμφάνισης κακοηθειών. Η φυσική δραστηριότητα ωφελεί την υγεία μας με πολλούς τρόπους: συμβάλλει στον έλεγχο του βάρους, τη διατήρηση υγιών μυών, συνδέσμων και αρθρώσεων, ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης υπέρτασης και σακχαρώδους διαβήτη, ελαττώνει τον κίνδυνο θανάτου από καρδιακές παθήσεις, προκαλεί ψυχική ανάταση και ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης κακοηθειών όπως του μαστού και του παχέος εντέρου.

Πόση φυσική δραστηριότητα όμως χρειάζεται ένας ενήλικας; Σύμφωνα με το CDC(CentersforDiseaseControlandPrevention) των ΗΠΑ, χρειάζεται μέτριας έντασης φυσική δραστηριότητα τουλάχιστον για 30 λεπτά την ημέρα για 5 ημέρες την εβδομάδα ή περισσότερο, όπως για παράδειγμα περπάτημα 5-7χλμ/ω, ποδήλατο 7-15χλμ/ω, χοροί μοντέρνοι ή παραδοσιακοί, αερόβια άσκηση, γιόγκα, πινγκ πονγκ, γκολφ, γυμναστική με ελεύθερα βάρη και τροχαλίες, αργή κατάβαση πλαγιάς στο σκι, χαλαρή κολύμβηση, τένις διπλό αλλά και καθημερινές οικιακές δραστηριότητες, παιχνίδι με παιδιά, επισκευές στο σπίτι, πλύσιμο αυτοκινήτου, κυνήγι κ.ά. Εναλλακτικά, μπορεί να έχει υψηλής έντασης φυσική δραστηριότητα τουλάχιστον για 20 λεπτά για 3 φορές την εβδομάδα ή περισσότερο π.χ. βάδην>7χλμ/ω, τρέξιμο, τζόκινγκ, ποδήλατο>15χλμ/ω, ανάβαση λόφου, αναρρίχηση βουνού, αερόβια άσκηση υψηλής έντασης, καράτε, τζούντο, γυμναστική με βάρη, τένις μονό, beach volley, κολύμβηση με ρυθμό, βαριές οικιακές εργασίες, κ.ά.

Οι κύριοι βιολογικοί μηχανισμοί με τους οποίους σχετίζεται ο καρκίνος του μαστού στην εμμηνόπαυση είναι η αύξηση του σωματικού λίπους, οι ενδογενείς ορμόνες (οιστρογόνα ανδρογόνα), η αντίσταση στην ινσουλίνη και η χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή. Επίσης, άλλοι πιθανώς σημαντικοί μηχανισμοί περιλαμβάνουν: διαταραχές του DNA, την λειτουργία του ανοσοποιητικού και τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D. Η φυσική δραστηριότητα ελαττώνει τα επίπεδα των κυκλοφορούντων ορμονών ειδικά στις προ-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, ελαττώνει τα επίπεδα ινσουλίνης και IGF-I (InsulinGrowthFactorI), βελτιώνει την ανοσιακή απάντηση και συμβάλλει στη διατήρηση ενός καλού επιπέδου βάρους και στην αποφυγή συσσώρευσης λίπους. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι η φυσική δραστηριότητα ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Τα αποτελέσματα είναι καλύτερα για γυναίκες που ξεκινούν να ασκούνται από την εφηβική ηλικία και συνεχίζουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, ενώ διατηρούν ένα κανονικό σωματικό βάρος. Αυτό που δεν έχει όμως αποσαφηνιστεί είναι το είδος, η συχνότητα και η ένταση της δραστηριότητας που παρέχει το μεγαλύτερο όφελος. Αν και οι περισσότεροι συγγραφείς συνιστούν 150 λεπτά την εβδομάδα περπάτημα με κανονικό βήμα, το θέμα εξακολουθεί να είναι υπό διερεύνηση. Πολλές μελέτες έχουν γίνει επίσης για να ερευνήσουν τα αποτελέσματα της φυσικής άσκησης σε ασθενείς που διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού. Υπάρχει πλέον απόδειξη ότι η άσκηση βελτιώνει τη θνητότητα, τη νοσηρότητα, την ποιότητα ζωής, την φυσιολογική λειτουργία, τη μυϊκή δύναμη και τη συναισθηματική ευημερία. Με βάση επομένως επιστημονικά δεδομένα οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού θα πρέπει να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε προγράμματα αποκατάστασης που περιλαμβάνουν αεροβικές ασκήσεις και ασκήσεις ενδυνάμωσης. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί ότι η αλλαγή προς έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής (lifestyle) αποτελεί μία συμπληρωματική παρέμβαση και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστάσει την κύρια θεραπεία της νόσου (χειρουργική, φαρμακευτική, με ακτινοβολία).

Το σωματικό βάρος, επίσης, έχει συσχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Υπάρχουν πλέον πειστικά επιδημιολογικά δεδομένα ότι το σωματικό λίπος και πιθανότατα η αύξηση του βάρους στην ενήλικη ζωή σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Ο δείκτης σωματικής μάζας (BodyMassIndexBMI) είναι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να υπολογίσουμε την ποσότητα λίπους σε ενήλικες ανθρώπους και να τους κατατάξουμε σε κατηγορίες ανάλογα με το αποτέλεσμα. Προκύπτει από την διαίρεση του βάρους του σώματος (σε κιλά) διά του τετραγώνου του ύψους (σε μέτρα). Έτσι για παράδειγμα ένας άνθρωπος 80 κιλών και ύψους 1.70 μέτρα έχει ΒΜΙ: 80/1.702=27.68. Άνθρωποι με ΒΜΙ μεταξύ 18.5 και 24.9 θεωρούνται κανονικού βάρους, μεταξύ 25 και 29.9 υπέρβαροι και από 30 και πάνω παχύσαρκοι.

Σε μια ανασκόπηση μελετών φάνηκε ότι για κάθε 5kg/m2 αύξηση του δείκτη σωματικής μάζας (ΒΜΙ) αυξάνεται και ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση, κατά 12% περίπου. Επιπροσθέτως, ύστερα από μια διάγνωση καρκίνου του μαστού τα ποσοστά επιβίωσης πέφτουν έως και 30% καθώς ο ΒΜΙ αυξάνεται. Στις προ-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες δεν υπάρχει σαφής συσχέτιση μεταξύ ΒΜΙ και κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Ο λιπώδης ιστός δεν είναι απλά μια αποθήκη λίπους αλλά ένα όργανο που παράγει ορμόνες και άλλες ουσίες όπως οι κυτοκίνες που έχουν ποικίλες δράσεις στο σώμα. Όσον αφορά τους βιολογικούς μηχανισμούς που συσχετίζουν την παχυσαρκία με τον καρκίνο του μαστού, οι έρευνες εστιάζουν σε τρείς τομείς: τις ενδογενείς ορμόνες του φύλου (οιστρογόνα αλλά και ανδρογόνα), τον άξονα ινσουλίνης και IGF (InsulinGrowthFactor) και μια ομάδα πρωτεϊνών, τις κυτοκίνες του λίπους.

Τα υψηλά επίπεδα ενδογενών οιστρογόνων στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες έχουν σταθερά συσχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Τα επίπεδα αυτών των ορμονών είναι συνήθως υψηλότερα στις παχύσαρκες γυναίκες πιθανότατα λόγω της δράσης του ενζύμου αρωματάση στον λιπώδη ιστό. Αλλά και τα υψηλότερα επίπεδα ανδρογόνων που συχνά παρατηρούνται στην παχυσαρκία έχουν σχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού μετεμμηνοπαυσιακά. Αυτό πιθανότατα συμβαίνει λόγω μετατροπής των ανδρογόνων σε οιστρογόνα, με τη δράση του ενζύμου αρωματάση στον λιπώδη ιστό.

Οι παχύσαρκες γυναίκες έχουν υψηλά ποσοστά διαταραχών του μεταβολισμού της γλυκόζης και σακχαρώδους διαβήτη που συχνά συνοδεύονται από υψηλά επίπεδα ινσουλίνης. Η ινσουλίνη εκτός από τη γνωστή δράση της στον μεταβολισμό της γλυκόζης, είναι ένας σημαντικός αυξητικός παράγοντας με δράση σε πολλούς ιστούς του σώματος, ενώ παίζει σημαντικό ρόλο στην φυσιολογική οργανογένεση (σχηματισμός των οργάνων στο έμβρυο). Η δομή της ινσουλίνης μοιάζει πολύ με τον αυξητικό παράγοντα ΙGF-Iμε τον οποίο έχουν κατά 40% όμοια αλληλουχία αμινοξέων. Ο IGF-Iείναι ο κύριος μεσολαβητής μέσω του οποίου ασκεί την δράση της η αυξητική ορμόνη. Ινσουλίνη και IGF-Iέχουν επίσης μιτογόνο και αντι-αποπτωτική δράση δηλαδή ευνοούν την δημιουργία και διατήρηση καρκινικών κυττάρων. Καρκίνοι του μαστού έχουν σε υψηλά ποσοστά υποδοχείς για την ινσουλίνη. Η υπερινσουλιναιμία επομένως προάγει την επιβίωση των καρκινικών κυττάρων του μαστού. Ο διαβήτης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού αλλά όχι σε όλες τις μελέτες και αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στην πτώση των επιπέδων ινσουλίνης στον προχωρημένο διαβήτη είτε στην χρήση αντιδιαβητικών δισκίων όπως η μετφορμίνη. Το φάρμακο αυτό δρα εμποδίζοντας τη σύνθεση της γλυκόζης στο ήπαρ και ελαττώνει τα επίπεδα ινσουλίνης. Η πιθανή αντικαρκινική του δράση αποτελεί αντικείμενο συνεχιζόμενης έρευνας.

Όσον αφορά τις κυτοκίνες, η λεπτίνη και η λιπονεκτίνη είναι αυτές που έχουν μελετηθεί πιο εντατικά σε σχέση με τον καρκίνο. Παχύσαρκα άτομα έχουν την τάση να έχουν υψηλότερα επίπεδα λεπτίνης η οποία ευνοεί την δημιουργία και διατήρηση καρκινικών κυττάρων. Αντιθέτως, έχουν χαμηλότερα επίπεδα λιπονεκτίνης, η οποία έχει αντιμιτωτική και προ-αποπτωτική δράση που δεν ευνοεί την δημιουργία καρκινικών κυττάρων.

Δεδομένου ότι η παχυσαρκία είναι μια σαφώς τροποποιήσιμη κατάσταση, παρεμβάσεις που στοχεύουν στην μεταβολή συγκεκριμένων διαιτητικών συνηθειών, ειδικά όταν συνοδεύονται από συνολική αλλαγή του καθιστικού τρόπου ζωής προς έναν πιο ενεργητικό και δραστήριο, αποτελούν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ελαττωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού αλλά και να βελτιωθεί η πρόγνωση όσων έχουν ήδη νοσήσει. Απλά μέτρα που μπορούν να ελαττώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης κακοηθειών είναι η διατήρηση ενός σταθερού υγιούς σωματικού βάρους, η συμμετοχή σε φυσικές δραστηριότητες και ο περιορισμός της καθιστικής ζωής, η διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες και περιορισμένη σε κόκκινο κρέας και λίπη και τέλος ο περιορισμός των αλκοολούχων ποτών.