Ανεύρυσμα Θωρακικής Αορτής: όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε

Η θωρακική αορτή είναι το μεγαλύτερο αγγείο του ανθρώπου μέσω του οποίου διοχετεύεται το αίμα από την καρδιά προς το υπόλοιπο σώμα.

aneurisma aortis gen 1

Όταν ένα αδύνατο σημείο του τοιχώματος της θωρακικής αορτής διατείνεται ή διογκώνεται περισσότερο από το 50% της διαμέτρου της, τότε αυτό το τμήμα της αορτής ονομάζεται ανεύρυσμα θωρακικής αορτής.

aneurisma aortis gen 2

Περίπου το 25% των ανευρυσμάτων της αορτής εντοπίζονται στη θωρακική αορτή και το υπόλοιπο 75% στην κοιλιακή αορτή. Το 60% των θωρακικών ανευρυσμάτων εμφανίζονται στην ανιούσα αορτή και το υπόλοιπο 40% στην κατιούσα ή θωρακοκοιλιακή αορτή. Το θωρακικό ανεύρυσμα αποτελεί μία εξαιρετικά σοβαρή πάθηση γιατί μπορεί να υποστεί ρήξη ανά πάσα στιγμή και να οδηγήσει σε ακαριαίο θάνατο λόγω κατακλυσμιαίας εσωτερικής αιμορραγίας ή να υποστεί διαχωρισμό με αποτέλεσμα την οξεία ισχαιμία του εγκεφάλου ή/και των σπλάγχνων και των κάτω άκρων. Μόνο το 20-30% των ασθενών που φτάνουν στο νοσοκομείο με ρήξη ανευρύσματος θα επιβιώσει. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό τα ανευρύσματα να παρακολουθούνται και να θεραπεύονται εγκαίρως, ώστε να αποτρέπεται η ρήξη ή ο διαχωρισμός τους.

Ο διαχωρισμός ενός ανευρύσματος της θωρακικής αορτής, που συνήθως σχετίζεται με αυξημένη αρτηριακή πίεση, συμβαίνει διότι οι δυνάμεις της αιματικής ροής χωρίζουν τις στοιβάδες από τις οποίες αποτελείται το τοίχωμα της αορτής και το αίμα εισέρχεται στον ψευδή αυλό και όχι στον πραγματικό (αληθή) με αποτέλεσμα να μην αιματώνεται το σώμα. Ο διαχωρισμός μπορεί να ξεκινά από την ανιούσα θωρακική αορτή και να επεκτείνεται σε όλο το μήκος της, εμποδίζοντας την αιμάτωση του εγκεφάλου, των χεριών, των κοιλιακών οργάνων, του νωτιαίου μυελού, των ποδιών και άλλων περιοχών. Εκτός από την πλημμελή αιμάτωση ζωτικών οργάνων με την πάροδο του χρόνου η πίεση της αιματικής ροής αδυνατίζει επιπλέον το τοίχωμα της αορτής διατείνοντάς την με αναπόφευκτο αποτέλεσμα την ρήξη της αορτής και τον ακαριαίο θάνατο.

aneurisma aortis gen 3jpg

Ποια είναι τα συμπτώματα του ανευρύσματος της θωρακικής αορτής;

Τα περισσότερα ανευρύσματα συνήθως είναι ασυμπτωματικά. Μόνο το 50% των ασθενών με ανεύρυσμα θωρακικής αορτής αναφέρει κάποιο από τα συμπτώματα τα οποία σχετίζονται με το μέγεθος και το σημείο εντόπισης του ανευρύσματος. Αυτά μπορεί να είναι:

  • Πόνος στην κάτω γνάθο, στον τράχηλο ή στο άνω μέρος της πλάτης
  • Πόνος στο στήθος
  • Βήχας, βράγχος φωνής ή δυσκολία στην αναπνοή

Αν το ανεύρυσμα είναι αρκετά μεγάλο μπορεί να επηρεάσει τις καρδιακές βαλβίδες, να προκαλέσει βαλβιδική ανεπάρκεια και να οδηγήσει σε αυτό που ονομάζουμε συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια.

Αντίθετα, τα συμπτώματα του αορτικού διαχωρισμού λαμβάνουν χώρα αιφνιδίως και σε μεγάλη ένταση, όπως π.χ. οξύ διαξιφιστικό πόνο στο στήθος ή στην πλάτη. Σπάνια και ο διαχωρισμός όμως μπορεί να είναι εντελώς ασυμπτωματικός.

Από τι προκαλείται το ανεύρυσμα θωρακικής αορτής;

Η αθηροσκλήρωση θεωρείται ως μια από τις βασικότερες αιτίες για τη δημιουργία ανευρύσματος. Φυσιολογικά οι αρτηρίες είναι λείες και ελαστικές, αλλά με την πάροδο του χρόνου και λόγω της αθηροσκλήρωσης γίνονται στενές, ανελαστικές και με αδύνατο τοίχωμα λόγω της ανάπτυξης της αθηρωματικής πλάκας. Παράγοντες που σχετίζονται με την ανάπτυξη της αθηροσκλήρωσης είναι:

  • Κάπνισμα
  • Υψηλή αρτηριακή πίεση
  • Υψηλή Χοληστερόλη
  • Παχυσαρκία
  • Θετικό οικογενειακό ιστορικό καρδιακής νόσου

Κάποιες παθήσεις σχετίζονται με την εξασθένηση του αορτικού τοιχώματος και με αυξημένη συχνότητα ανάπτυξης ανευρύσματος. Αυτές οι παθήσεις συμπεριλαμβάνουν παθήσεις του συνδετικού ιστού (όπως το σύνδρομο Marfan), η σύφιλη, η φυματίωση.

Άλλη σπάνια αιτία δημιουργίας θωρακικού ανευρύσματος είναι το τραύμα, όπως μετά από πτώση ή μετά από απότομη επιβράδυνση αυτοκινήτου κατά τη διάρκεια τροχαίου ατυχήματος.

Επίσης ο κίνδυνος ανάπτυξης ανευρύσματος αυξάνεται με την ηλικία ( > 60 ετών) και παρουσιάζεται πιο συχνά στους άντρες.

Ανεύρυσμα Θωρακικής Αορτής: Πώς γίνεται η διάγνωση;

Η διάγνωση γίνεται με αξονική τομογραφία ή μαγνητική αγγειογραφία θώρακος, ενώ με την ακτινογραφία θώρακος και το triplex καρδιάς, μπορεί να τεθεί υποψία ύπαρξης ανευρύσματος.

Ποιοι μέθοδοι θεραπείας υπάρχουν;

Θεραπεία χρειάζεται όταν η διάμετρος είναι μεγαλύτερη των 5,5-6 εκ., όταν υπάρξει μεγάλη αύξηση σε δύο διαδοχικές μετρήσεις ή όταν το ανεύρυσμα προκαλεί συμπτώματα. Υπάρχουν δύο μέθοδοι θεραπείας, η ενδαγγειακή και η χειρουργική.

Με την ενδαγγειακή μέθοδο, η αποκατάσταση του ανευρύσματος γίνεται από το εσωτερικό του αγγείου με τη χρήση ειδικών καθετήρων (ενδονάρθηκες, stents). Η μέθοδος αυτή είναι λιγότερο επεμβατική γιατί, γίνεται με τοπική αναισθησία, διενέργεια μίας ή δύο μικρών τομών στην βουβωνική χώρα για την αποκάλυψη της μίας ή και των δύο μηριαίων αρτηριών. Στη συνέχεια διά των μηριαίων αρτηριών, και με τη χρήση ακτινοσκοπικού μηχανήματος, εισέρχονται οι ειδικοί καθετήρες που φέρουν το ενδομόσχευμα. Το μόσχευμα εκπτύσσεται και στηρίζεται στο εσωτερικό της αορτής με ειδικά διαμορφωμένους νάρθηκες. Η επέμβαση αυτή είναι γρήγορη και σχετικά ανώδυνη και ο ασθενής λαμβάνει εξιτήριο σε 1-2 ημέρες, ενώ η ανάρρωσή του είναι ταχύτατη (εικόνα 2).

aneurisma aortis gen 4

Χειρουργική-ανοικτή αποκατάσταση διενεργείται σε νέους ασθενείς με μεγάλο προσδόκιμο επιβίωσης και χαμηλό εγχειρητικό ρίσκο.

Η ανοικτή χειρουργική επέμβαση γίνεται πάντα υπό γενική αναισθησία και, αναλόγως του σημείου της πάσχουσας αορτής, η τομή μπορεί να είναι στερνοτομή, αριστερή θωρακοτομή ή θωρακοκοιλιακή τομή και πάντα με την χρήση της εξωσωματικής κυκλοφορίας. Στην συνέχεια, ο καρδιοχειρουργός διενεργεί την εκτομή της ανευρυσματικής αορτής και αντικαθιστά την πάσχουσα αορτή με συνθετικό μόσχευμα. Μετά το χειρουργείο ο ασθενής οδηγείται στη μονάδα εντατικής θεραπείας 1-2 μέρες και συνολικά παραμένει στο νοσοκομείο για 7-10 μέρες περίπου. Για να αναρρώσει πλήρως απαιτούνται 3 μήνες (εικόνα 3).

aneurisma aortis gen 5

Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της Ενδαγγειακής Μεθόδου

Τα προτερήματα της ενδαγγειακής μεθόδου είναι προφανή:

  • αποφυγή γενικής αναισθησίας
  • απουσία εκτεταμένης χειρουργικής τομής
  • μικρότερη περιεγχειρητική θνητότητα και νοσηρότητα
  • απουσία μετεγχειρητικού πόνου
  • μικρότερη νοσηλεία και
  • γρήγορη ανάρρωση

Αν και η ενδαγγειακή μέθοδος είναι κατάλληλη για πολλά ανευρύσματα, ωστόσο υπάρχουν περιορισμοί λόγω μορφολογίας και εντόπισης του ανευρύσματος που κάνουν απαγορευτική τη χρήση της σε όλες τις περιπτώσεις ανευρύσματος. Με την ενδαγγειακή μέθοδο είναι σημαντικό να γνωρίζετε ότι πρέπει να βρίσκεστε υπό συνεχή παρακολούθηση για μεγάλο χρονικό διάστημα με περιοδική πραγματοποίηση αξονικών τομογραφιών. Μερικές φορές απαιτούνται πρόσθετες επεμβάσεις για τη διόρθωση τυχόν διαφυγών από το ενδομόσχευμα ή της θέσης του σε τυχόν μετακίνισή του.

Η ενδαγγειακή αποκατάσταση έχει χαμηλότερη θνητότητα από της ανοικτής μεθόδου και η μόνη προϋπόθεση είναι οι ζώνες στήριξης (landing zones) κεντρικά και περιφερικά να έχουν μήκος πάνω από 2-3 εκατοστά. Αντενδείξεις για την ενδαγγειακή αποκατάσταση είναι η μη συμβατή ανατομία, η διάμετρος της αορτής να είναι πάνω από τα διαθέσιμα μεγέθη των μοσχευμάτων, τα μη συμβατά αγγεία πρόσβασης, οι θρόμβοι στα σημεία προσγείωσης και η αορτολαγόνιος νόσος.

Και στις δύο μεθόδους υπάρχουν σαφείς ενδείξεις και αντενδείξεις. Τα αποτελέσματα της ενδαγγειακής χειρουργικής είναι άριστα όταν εφαρμόζονται από έμπειρους καρδιοχειρουργούς σε ασθενείς που έχουν ένδειξη για την εφαρμογή αυτής της μεθόδου.

Οι ασθενείς που πάσχουν από ανεύρυσμα θωρακικής αορτής πρέπει να απευθύνονται σε καρδιοθωρακοχειρουργούς που έχουν εμπειρία τόσο στην ενδαγγειακή όσο και στην ανοικτή χειρουργική μέθοδο, έτσι ώστε να εφαρμόζουν για τον κάθε άρρωστο ξεχωριστά την πρέπουσα θεραπεία.