Εποχιακές Αλλεργίες Άνοιξης

Για τους περισσότερους ανθρώπους, η άνοιξη αποτελεί την κατεξοχήν επιθυμητή εποχή λόγω του ηπιότερου κλίματος που τη χαρακτηρίζει σε συνδυασμό με την αναγέννηση της φύσης. Σίγουρα, όλοι έχουμε την επιθυμία κάποιες φορές να δραπετεύουμε από τον αστικό τρόπο ζωής και για λίγες έστω ώρες να καταφεύγουμε στη φύση, αναζητώντας στιγμές χαλάρωσης και ηρεμίας.

Εντούτοις, για ένα σεβαστό ποσοστό ανθρώπων -γύρω στο 20%- που υποφέρει από μια σειρά εποχιακών αλλεργιών όπως η αλλεργική επιπεφυκίτιδα, η αλλεργική ρινίτιδα, το αλλεργικό άσθμα και η κνίδωση εξ’ επαφής, η άνοιξη είναι εποχή προβλημάτων και άγχους. Κοινή συνισταμένη για την έναρξη όλων αυτών των παθήσεων, είναι η απελευθέρωση και η κυκλοφορία στην ατμόσφαιρα σε μεγάλες ποσότητες αερο-αλλεργιογόνων κυρίως δέντρων και λουλουδιών.

Η επαφή αυτών των αλλεργιογόνων με τον οφθαλμικό, ρινικό, αναπνευστικό βλεννογόνο και με τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που εδράζονται εκεί, δημιουργεί την έναρξη του καταρράκτη της αλλεργικής φλεγμονής, με τελικό αποτέλεσμα την κλινική έκφραση των συμπτωμάτων αλλεργίας.

Όταν μιλάμε για ανοσοποιητικό σύστημα, εννοούμε το σύστημα το οποίο είναι υπεύθυνο για την άμυνα του οργανισμού απέναντι σε οποιοδήποτε ξένο «εισβολέα» όπως για παράδειγμα ιούς, μικρόβια, παράσιτα, χημικές ενώσεις, ενώ σε άλλες περιπτώσεις στρέφεται και κατά των ιδίων κυττάρων του οργανισμού. Στο ανοσοποιητικό σύστημα ανήκουν πολλά διαφορετικά κύτταρα με διαφορετικές λειτουργίες, για την αλλεργική φλεγμονή όμως κυρίαρχο ρόλο παίζουν τα μαστοκύτταρα και τα βασεόφιλα και οι χημικές ενώσεις που απελευθερώνουν τα κύτταρα αυτά, οι λεγόμενοι μεσολαβητές της αλλεργικής φλεγμονής.

Ένα ερώτημα που βασανίζει ακόμα τον ιατρικό χώρο και τον απλό κόσμο είναι γιατί ενώ όλοι την άνοιξη εισπνέουμε τα ίδια αλλεργιογόνα, κάποιοι κλινικά θα εμφανίσουν συμπτώματα, ενώ άλλοι όχι. Επιπλέον, δεν έχει πλήρως αποσαφηνιστεί γιατί ενώ κάποιος για χρόνια δεν είχε συμπτωματολογία, ξαφνικά παρουσιάζει και τα κύτταρα του ανοσοποιητικού του συστήματος αρχίζουν να στρέφονται κατά συγκεκριμένων πρωτεϊνικών τμημάτων των αλλεργιογόνων.

Όσον αφορά πάντως την αλλεργική ρινοεπιπεφυκίτιδα και το άσθμα, φαίνεται ότι υπάρχει κληρονομικός τρόπος μεταβίβασης μέσω γονιδίων χωρίς να έχει γίνει όμως πλήρης χαρτογράφηση τους. Φαίνεται πάντως ότι η αλλεργική ρινοεπιπεφυκίτιδα ξεκινά εκδηλώσεις στην πλειονότητα των αλλεργικών ατόμων από την ηλικία των 5-6 ετών και άνω, πολύ πιο καθυστερημένα σε σύγκριση με την τοπική δερματίτιδα και την τροφική αλλεργία, που ξεκινούν από τους πρώτους μήνες της ζωής του ανθρώπου. Με το πέρασμα των ετών, συνήθως η συχνότητα της ατοπικής δερματίτιδας και της τροφικής αλλεργίας υποχωρούν, ενώ αρχίζουν να εκδηλώνονται οι εποχιακές αλλεργίες. Βέβαια ένα λεπτομερές ιστορικό θα δείξει ότι και όσον αφορά την ρινοεπιπεφυκίτιδα και το άσθμα, η πλειονότητα των ατοπικών ατόμων θα πρωτοεκδηλώσει συμπτώματα στην εφηβική ή και στην πρώιμη ενήλικη ζωή.

Συχνά χρησιμοποιείται ο όρος ρινοεπιπεφυκίτιδα καθώς στην πλειονότητα των περιπτώσεων με αλλεργική επιπεφυκίτιδα και αλλεργικό άσθμα, κατά 70% συνυπάρχει και αλλεργική ρινίτιδα, ενώ σε άτομα με ρινίτιδα συνυπάρχουν άσθμα και επιπεφυκίτιδα κατά 30%.

Συμπτώματα

Τα συμπτώματα αυτών των αλλεργικών παθήσεων εξαρτώνται ανάλογα από το όργανο που πάσχει. Στην αλλεργική επιπεφυκίτιδα, εμφανίζονται φαγούρα-κνησμός στο «εσωτερικό» του ματιού, στον οφθαλμικό επιπεφυκότα, μαζί με δακρύρροια, υπεραιμία-κοκκίνισμα του ματιού, ενόχληση-αποστροφή προς τον ήλιο, πιθανώς ήπιο οίδημα βλεφάρων και λίγες τσίμπλες το πρωί μετά την αφύπνιση έως και καθόλου. Πάσχουν και οι δυο οφθαλμοί και ποτέ μόνο ο ένας.

Στην αλλεργική ρινίτιδα τα συμπτώματα είναι ρινική καταρροή συνήθως άχρωμη και διαυγής, ρινική συμφόρηση-μπούκωμα και στα δυο ρουθούνια που μπορεί να εναλλάσσεται πότε στο δεξί, πότε στο αριστερό, φτερνίσματα και αίσθημα φαγούρας-κνησμού στο εσωτερικό της μύτης, των αυτιών ή στο φάρυγγα. Στην εποχιακή ρινίτιδα, η πλειοψηφία έχει συμπτώματα τις πρώτες πρωινές ώρες γιατί τότε απελευθερώνεται η μεγαλύτερη ποσότητα γύρεων από τα λουλούδια και τα δέντρα ενώ και η συμπτωματολογία είναι πιο έντονη σε εξωτερικούς χώρους από ότι μέσα σε σπίτια.

Στο αλλεργικό βρογχικό άσθμα υπάρχει συριγμός, βράσιμο στο στήθος, συνήθως ξηρός βήχας, δύσπνοια, αίσθημα ρηχής ανάσας, ταχύπνοιας. Πιθανή η αφύπνιση κατά τα ξημερώματα λόγω δύσπνοιας, ενώ και η αερόβια άσκηση συνήθως διακόπτεται λόγω ξηρού βήχα ή δύσπνοιας.

Διάγνωση

Η διάγνωση στηρίζεται στο ιστορικό, στις επιδερμικές δερμοαντιδράσεις SPT και στον προσδιορισμό στο αίμα των τίτλων των αλλεργικών αντισωμάτων ΙgE με τη μέθοδο RAST. Από το ιστορικό θα υπάρχει μια εποχιακή, σταθερή στο χρόνο εμφάνιση, συμπτωματολογία ανεξάρτητη από την ύπαρξη ιώσεων, που θα πρωτοεμφανίζεται συνήθως στην παιδική, εφηβική ή πρώιμη ενήλικη ζωή.

Οι επιδερμικές δερμοαντιδράσεις έχουν ως σκοπό να φέρουν σε επαφή τις πρωτεΐνες του διαλύματος των αλλεργιογόνων με τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος στην επιδερμίδα, ώστε να δούμε εάν θα αντιδράσουν. Θετικό τεστ θεωρείται όταν στο δέρμα υπάρχει φαγούρα, περιμετρική ζώνη κοκκινίλας-ερυθήματος και στο κέντρο σχηματιστεί ένας ειδικός τύπος εξανθήματος που καλείται πομφός. Όταν κάποιος έχει θετικά και τα τρία η και τα δυο από τα τρία (ιστορικό, επιδερμικές δοκιμασίες και εξετάσεις RAST), τότε είναι αλλεργικός στα αντίστοιχα αλλεργιογόνα.

Πρόγνωση

Τα αλλεργικά αυτά νοσήματα ενώ εμφανίζονται συνήθως στην παιδική, εφηβική, πρώιμη ενήλικη ζωή, μετά την τέταρτη προς πέμπτη δεκαετία της ζωής αρχίζουν να υποχωρούν και εξαφανίζονται συνήθως στην γεροντική ηλικία.

Θεραπεία

Υπάρχουν δυο ειδών θεραπείες, η αιτιολογική και η συμπτωματική.

Η συμπτωματική απλά καταστέλλει τα συμπτώματα της αλλεργίας για όσο χρόνο ο ασθενής παίρνει τα φάρμακα του, αλλά δεν θεραπεύεται, με την έννοια ότι όσο συνεχίζει να εισπνέει τα αλλεργιογόνα τόσο θα αναπαράγεται και θα διαιωνίζεται η φλεγμονή.

Η συμπτωματική θεραπεία για την αλλεργική ρινίτιδα αποτελείται από τη λήψη ενός αντισταμινικού δισκίου το βράδυ και ενός κορτιζονούχου spray το πρωί. Όταν ο ασθενής θα σταματά τα φάρμακα και στην ατμόσφαιρα συνεχίζεται η γυροφορία του αντίστοιχου αλλεργιογόνου, τότε τα συμπτώματα θα επανεμφανίζονται.

Στην αλλεργική επιπεφυκίτιδα, η συμπτωματική αγωγή περιλαμβάνει αντισταμινικό δισκίο ή τη χρήση αντισταμινικού κολλυρίου τοπικά. Στο αλλεργικό άσθμα, είναι απαραίτητη η χρήση εισπνεόμενων φαρμάκων από το στόμα που συνδυάζουν δυο ουσίες, εισπνεόμενη κορτιζόνη για την ύφεση της φλεγμονής στους βρόγχους και βρογχοδιασταλτικό για την αντιμετώπιση του βρογχόσπασμου.

Η αιτιολογική θεραπεία είναι η λεγόμενη ανοσοθεραπεία ή απευαισθητοποίηση και διαρκεί 3 - 5 χρόνια. Γίνεται είτε υποδόρια στο μπράτσο του ασθενούς -μια φορά το μήνα- είτε λαμβάνεται υπογλώσσια από τον ασθενή καθημερινά το πρωί στο σπίτι του. Σκοπός της θεραπείας είναι το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή να πάψει να αναγνωρίζει ως ξένα τα πρωτεϊνικά τμήματα των γυρεοαλλεργιογόνων και να μειωθεί η πυροδότηση και η ένταση της αλλεργικής φλεγμονής.

Τέλος, όσον αφορά την αλλεργική κνίδωση εξ΄επαφής, αυτή δημιουργείται όταν το δέρμα του αλλεργικού ατόμου, έρθει σε επαφή με γρασίδια ή με μεγάλες ποσότητες γύρεως. Ιδιαίτερα εάν υπάρξει και τριβή πάνω στην επιδερμίδα των αλλεργιογόνων, τότε τοπικά υπάρχει φαγούρα, κοκκινίλα και έκθυση πομφών. Αυτά διαρκούν συνήθως από λίγες ώρες έως ένα 24ωρο, υποχωρούν σημαντικά με τη λήψη αντισταμινικού δισκίου και δεν αποτελούν αίτιο για πιο σοβαρή και γενικευμένη αντίδραση, αλλά παραμένουν στο δέρμα.